Μέχρι την επόμενη Τρίτη 28 Φεβρουαρίου ολοκληρώνεται το πόρισμα διαβούλευσης για την αύξηση του κατώτατου μισθού από την 1η Απριλίου 2023.
Σύμφωνα με πληροφορίες το βασικό σενάριο αναφέρει αύξηση 57 ευρώ το μήνα, ενώ δεν αποκλείεται σύμφωνα με κυβερνητικούς κύκλους και η αύξηση κατά 67 ευρώ το μήνα.
Ο νέος μισθός πρέπει να γνωστοποιηθεί το πρώτο δεκαήμερο του Μαρτίου ώστε τα λογιστήρια των επιχειρήσεων να προλάβουν να προσαρμόσουν τα συστήματά τους και ο νέος μισθός που θα αφορά περίπου 650.000 εργαζόμενους να εφαρμοστεί από την 1η Απριλίου 2023.
Τα δυο σενάρια που βρίσκονται στο τραπέζι προβλέπουν τα εξης:
- Αύξηση 7,75% (αύξηση συντάξεων): Νέος μισθός κοντά στα 770 ευρώ.
- Αύξηση 9,6% (πληθωρισμός 2022): Νέος μισθός κοντά στα 780 ευρώ.
Τονίζεται ότι οι εργοδοτικοι φορεις ζητούν «ταβάνι ασφαλείας» όσον αφορά το ποσοστό αύξησης του προκειμένου να μην πληγεί η ανταγωνιστικότητα, η απασχόληση αλλά και οι αντοχές των μικρών επιχειρήσεων.
«Καμπανάκια» της Τράπεζας της Ελλάδας
Από την πλευρά της η η Τράπεζα της Ελλάδας χτυπάει δυο καμπανάκια στην έκθεσή της, προτείνοντας μια «λελογισμένη» αύξηση των κατώτατων μισθών και ημερομισθίων σε ένα εύρος μεταξύ 3% και 5% από την 1η Απριλίου 2023 συνυπολογίζοντας τη σημαντική επιβράδυνση του πληθωρισμού που προβλέπεται για το 2023. Σ
Συγκεκριμένα επισημαίνει πως η αύξηση θα πρέπει να διαφυλάττει δυο πράγματα:
- την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και
- τη σταθερότητα των τιμών.
Η ΤτΕ υπολογίζει πως χωρίς αύξηση του κατώτατου μισθού το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος (ULC) θα αυξηθεί 3,3% το 2023. Καθώς το κόστος μπορεί να αυξηθεί στην Ελλάδα έως και 5% το 2023 χωρίς να επιδεινωθεί η ανταγωνιστικότητα έναντι της ευρωζώνης, η ΤτΕ υπολογίζει πως οι μέσες αμοιβές της μισθωτής απασχόλησης μπορούν να αυξηθούν κατά 1,7% το 2023 χωρίς να επηρεαστεί αρνητικά η ανταγωνιστικότητα.
Στο ίδιο πλαίσιο η ΤτΕ επισημαίνει πως «μία σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού και συνεπώς του κόστους εργασίας θα έχει περαιτέρω επίπτωση στον πληθωρισμό, καθώς τα όποια περιθώρια των επιχειρήσεων για απορρόφηση του επιπλέον κόστους έχουν εξαλειφθεί».
Σε αυτό το πλαίσιο προτείνει αύξηση 3 – 5 %. Όπως επισημαίνει, «σύμφωνα με αυτό το σενάριο, θα δοθεί σημαντική στήριξη στα πιο χαμηλόμισθα κοινωνικά στρώματα, δεν θα επιδεινωθεί η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, καθώς η αύξηση του μοναδιαίου κόστους εργασίας θα είναι σχεδόν μηδενική, ενώ και οι επιπτώσεις ενός αρνητικού σπιράλ μισθολογικών αυξήσεων και πληθωρισμού αναμένεται να είναι περιορισμένες».
Μια «λελογισμένη» αύξηση ζητά και η πλειοψηφία των εργοδοτών. Ο ΣΕΒ προτείνει δύο εναλλακτικά σενάρια με αυξήσεις 4% και 6% τα οποία περιλαμβάνουν συνδυασμούς αύξησης κατώτατου μισθού και μείωσης εισφορών εργαζομένου οι οποίοι μπορούν να αποδώσουν έως και 10% αύξηση στις καθαρές αποδοχές των χαμηλόμισθων.Το ΙΝΣΕΤΕ προτείνει αύξηση 5,5%, ώστε ο νέος κατώτατος μισθός να διαμορφωθεί στα 752,22 ευρώ σε 14μηνη βάση. Μεγαλύτερη αύξηση 8% – 10% προτείνει μόνο η ΓΣΕΒΕΕ προτείνοντας όμως παράλληλα μέτρα όπως πλήρη κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος, ώστε οι επιχειρήσεις να αντιμετωπίσουν το επιπρόσθετο κόστος δεδομένου ότι κυρίως θα επηρεαστούν οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Παράλληλα κατώτατο μισθό στα 825 ευρώ και επαναφορά τριετιών ζητά η ΓΣΕΕ στην πρόταση της για τον νέο κατώτατο μισθό του 2023. Όπως αναφέρεται ο διάμεσος μισθός πλήρους απασχόλησης ήταν το 2021 στα 1.300 ευρώ ανά μήνα. Κατ’ επέκταση το κατώφλι φτώχειας που αντιστοιχεί στο 60% του διάμεσου μισθού ήταν στα 780 ευρώ, δίχως να ληφθεί υπόψη η επίδραση της ακρίβειας. Συνυπολογίζοντας μόνο τον προσδοκώμενο πληθωρισμό του 2023, ώστε να αποφευχθεί μια νέα απώλεια αγοραστικής δύναμης, ο κατώτατος μισθός θα πρέπει να ανέλθει στα 826 ευρώ.